Τρίτη 1 Ιανουαρίου 2019
Αρχές επιβολής κυρώσεων – Δικαίωμα σιωπής και μη αυτοενοχοποίησης – Δικαίωμα παράστασης με δικηγόρο – Πειθαρχική διαδικασία και ποινή (προσωρινής παύσης) κατά μέλους ΔΕΠ ΑΕΙ – Ανωμοτί κατάθεσή του ως μάρτυρα κατά το στάδιο της ΕΔΕ – Ένορκη κατάθεσή του ενώπιον της εισηγήτριας της υπόθεσης στο Πειθαρχικό Συμβούλιο
Ο αιτών προβάλλει ότι η προσβαλλόμενη πράξη έχει εκδοθεί κατά παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας, καθόσον λήφθηκε υπόψη και συνεκτιμήθηκε από το Πειθαρχικό Συμβούλιο η από 10.10.2007 ανωμοτί κατάθεσή του κατά το στάδιο της ένορκης διοικητικής εξέτασης ως μάρτυρα -ενώ ήταν “κατηγορούμενος”- χωρίς τη συμπαράσταση δικηγόρου. Ενόψει των ανωτέρω, κατά τον αιτούντα, υπήρξε παραβίαση του δικαιώματος σιγής, του δικαιώματος παράστασης με δικηγόρο και της γενικής αρχής του ποινικού δικαίου περί μη αυτοενοχοποίησης, η οποία, κατά τους ισχυρισμούς του, ευρίσκει έρεισμα στο άρθρο 20 παρ. 2 του Συντάγματος και στο άρθρο 6 της ΕΣΔΑ και εφαρμόζεται αναλογικά και στην πειθαρχική διαδικασία κατ’ επιταγή του άρθρου 108 του ν. 3528/2007. Ωστόσο, όπως έχει γίνει δεκτό, σε υποθέσεις που δεν ανήκουν στον σκληρό πυρήνα του ποινικού δικαίου, ακόμη και αν έχει κριθεί ότι οι κατηγορίες αυτές (μεταξύ των οποίων και οι πειθαρχικές) αποτελούν «υποθέσεις ποινικής φύσεως», μπορούν να μην εφαρμόζονται με απόλυτη αυστηρότητα οι εγγυήσεις που παρέχονται από το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ, όπως είναι, μεταξύ άλλων, το δικαίωμα σιωπής και μη αυτοενοχοποίησης του κατηγορουμένου (πρβλ. ΕΔΔΑ υπόθεση Jussila, σκ. 43, ΣτΕ 4610/2013). Επίσης είναι νόμιμη και λαμβάνεται υπόψη ανωμοτί μαρτυρική κατάθεση του υπαλλήλου, στον οποίο αποδίδεται η πράξη, ληφθείσα κατά την ένορκη διοικητική εξέταση (ΕΔΕ), έστω και αν λήφθηκε χωρίς την παρουσία δικηγόρου, εκτός εάν υποβλήθηκε σχετικό αίτημα, το οποίο όμως απορρίφθηκε. Συναφώς, λαμβάνεται υπόψη κατάθεση με τα ως άνω χαρακτηριστικά, εφόσον ο ως άνω υπάλληλος κατέθεσε οικειοθελώς, χωρίς να υποβληθεί σε άμεσο ή έμμεσο εξαναγκασμό (πρβλ. ΣτΕ 689/2009 7μ. σκ. 9) και χωρίς να αντιλέξει (πρβλ. ΣτΕ 3481/2014 σκ. 5). Από τα ανωτέρω, λαμβανομένου υπόψη και του ότι, στην προκειμένη περίπτωση, ο αιτών προσήλθε αυτοπροσώπως ενώπιον του διενεργήσαντος την ΕΔΕ και δεν υπέβαλε αίτημα παράστασης με δικηγόρο, προκύπτει ότι η ανωμοτί κατάθεσή του κατά την ΕΔΕ νομίμως κατ’ αρχήν ήταν ληπτέα υπόψη από το Πειθαρχικό Συμβούλιο. Ανεξαρτήτως, πάντως, των ανωτέρω, η εξέταση του λόγου περί παραβίασης της αρχής της μη αυτοενοχοποίησης, ειδικώς κατά το σκέλος που αφορά στο ότι ο αιτών κατέθεσε ως μάρτυρας κατά την ΕΔΕ, παρίσταται αλυσιτελής, διότι, στη σκέψη IV της προσβαλλόμενης πράξης γίνεται μεν αναφορά σε όλα τα στοιχεία του φακέλου, πλην η από 10.10.2007 κατάθεση του αιτούντος δεν περιλαμβάνεται μεταξύ εκείνων που μνημονεύονται ρητώς για τη θεμελίωση της κρίσης του Πειθαρχικού Συμβουλίου. Κατ’ ακολουθίαν τούτων, ακόμη και αν η συγκεκριμένη μαρτυρική κατάθεση δεν λαμβανόταν υπόψη, τα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά, επί των οποίων στηρίχθηκε η κρίση του Πειθαρχικού Συμβουλίου περί της ενοχής του αιτούντος προκύπτουν επαρκώς από τα υπόλοιπα στοιχεία της δικογραφίας. Περαιτέρω, ενόψει όσων έγιναν δεκτά ανωτέρω, είναι απορριπτέος και ο λόγος περί παραβίασης των εν λόγω αρχών και κατά το στάδιο της εξέτασης του αιτούντος από την εισηγήτρια της υπόθεσης στο Πειθαρχικό Συμβούλιο, διότι κατέθεσε ενόρκως, ενώ ήταν ήδη εγκαλούμενος και έπρεπε να εξεταστεί ανωμοτί. Η υπό άλλον δε τύπο (ενόρκως δηλαδή) κατάθεση δεν οδηγεί σε ακύρωση, προεχόντως διότι ο αιτών, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, δεν αντέλεξε στην εξέτασή του κατά τον τρόπο αυτόν (βλ. ΣτΕ 2281, 2329/1985, 4146/1990, 3481/2014).
[Μειοψήφησαν μία Σύμβουλος και οι δύο Πάρεδροι, κατά τη γνώμη των οποίων από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 51 του Εσωτερικού Κανονισμού Λειτουργίας του ΑΠΘ και 132 του Υπαλληλικού Κώδικα, κατά τον οποίο ο διωκόμενος υπάλληλος εξετάζεται ανωμοτί, η κατά τα ανωτέρω ένορκη εξέταση του αιτούντος δεν ήταν νόμιμη, η ως άνω δε πλημμέλεια δεν ήταν δυνατόν να καλυφθεί από το ότι ο αιτών δεν αντέλεξε για την εξέτασή του κατά τον τρόπο αυτόν (ενόρκως) ενώπιον της εισηγήτριας.]
Παραπομπή της υπόθεσης στην επταμελή σύνθεση.